χειροκρᾱσία

χειροκρᾱσία
χειρο-κρᾱσία, , Vermengung der Hände, Handgemenge

Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • χειροκρασίᾳ — χειροκρασίᾱͅ , χειροκρασία fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χειροκρασία — ἡ, Α διαπληκτισμός. [ΕΤΥΜΟΛ. < χειρ(ο) * + κρασία (< κρατος < θ. κρᾱ τού κεράννυμι «ανακατεύω»), πρβλ. εὐ κρασία] …   Dictionary of Greek

  • χειροκρασίας — χειροκρασίᾱς , χειροκρασία fem acc pl χειροκρασίᾱς , χειροκρασία fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χειροκρασίαι — χειροκρασίᾱͅ , χειροκρασία fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”